Koh Chang, Andaman Sea, Thailand Γράφοντας για το νησί αυτό, νιώθω πως προδίδω ένα μεγάλο μυστικό. Όχι δεν πρόκειται για κάποιον τροπικό παράδεισο που δεν ανακάλυψε ακόμα η τουριστική βιομηχανία, ούτε η βάση μιας μυστικής κοινότητας ταξιδευτών σαν αυτή που εμπνεύστηκε ο Alex Garland στο μυθιστόρημα του «Η Παραλία». Ή μήπως είναι λίγο και απ’τα δύο;
Πρωτάκουσα για το νησί Koh Chang ένα ξενυχτισμένο βράδυ, προπαραμονή Χριστουγέννων 2007, διασχίζοντας την Κίνα με κατεύθυνση το Λάος, σε μια στάση του νυχτερινού λεωφορείου. Ζήτησα τσιγάρο από δυο Αυστριακούς και πιάσαμε την κουβέντα. Ξεκίνησαν από την Αυστρία οδικώς, διέσχισαν σε χρόνο ρεκόρ τις χώρες της κεντρικής Ασίας και το Θιβέτ και μετά από μια στάση λίγων εβδομάδων στο Λάος θα συνέχιζαν προς την Ταϊλάνδη και τον «παράδεισο» όπως μου είπαν. Εγώ έχοντας ήδη ταξιδεύσει για 2 μήνες στα νότια της Ταϊλάνδης και έχοντας επισκεφτεί τους περισσότερους μεγάλους προορισμούς, πίστευα πως θα μου πουν για κάποιο μέρος που είχα πάει. Αντί γι’ αυτό όμως μου είπαν πως κατευθύνονται στο Koh Chang. Το μυαλό μου πήγε στο μεγάλο Koh Chang που βρίσκεται στον κόλπο της Ταϊλάνδης, κοντά στα σύνορα με την Καμπότζη. Είχα ακούσει ήδη ιστορίες για το νησί αυτό. Πρώτα από την αδερφή μου που είχε πάει το 2004 αλλά και από άλλους ταξιδιώτες που μου είχαν πει ότι πλέον δεν είναι το ήρεμο νησί του παρελθόντος αφού η ανάπτυξη έφτασε και εκεί, χτίζονται μεγάλες ξενοδοχειακές μονάδες και προορίζεται να γίνει το νέο Phuket. Όμως και πάλι έκανα λάθος. Οι Αυστριακοί μιλούσαν για το μικρό Koh Chang, αυτό που βρίσκεται από την άλλη μεριά της χώρας, στην Andaman Sea, μια ανάσα από τη Βιρμανία. Δεν μίλησαν πολύ για αυτό, αυτό που θυμάμαι είναι να μου λένε για λίγο κόσμο, αργούς ρυθμούς ζωής, αιώρες και η απουσία δρόμων και αυτοκινήτων.
Fast forward...3,5 μήνες μετά. Έχω ταξιδέψει ήδη σε όλες τις χώρες τις ηπειρωτικής νοτιοανατολικής Ασίας και βρίσκομαι για άλλη μια φορά στην Bangkok. Χαιρετώ κάποιους φίλους που είχα γνωρίσει πριν μήνες στην βόρειο Ταϊλάνδη και συμπέσαμε πάλι αφού αυτοί πέταγαν για πίσω, 1 Καναδός και 2 Ελβετίδες και μένω πάλι μόνος μου. Έχω όμως πάρει ήδη την μεγάλη απόφαση και έτσι κλείνω εισιτήριο επιστροφής για Αθήνα. Η πτήση μου είναι σε 12 περίπου μέρες και όπως είχα αποφασίσει προ πολλού, προτού γυρίσω πίσω θα πέρναγα καμιά δεκαριά μέρες σε κάποιο νησί της Ταϊλάνδης για να ηρεμίσω και να προετοιμαστώ για την επιστροφή μου στην Ελλάδα. Ψάχνοντας λοιπόν στον ταξιδιωτικό οδηγό μου, πέφτω πάνω στο Koh Chang. Ο οδηγός λέει πως είναι γαλήνιο νησί με όχι πολύ ωραίες θάλασσες αλλά εγώ θυμάμαι τα λόγια των Αυστριακών και παίρνω την απόφαση να πάω εκεί.
Το να φτάσεις στο Koh Chang δεν είναι δύσκολο. Ευτυχώς δεν υπάρχουν τουριστικά λεωφορεία από τον Koh San road (που άλλωστε τα απεχθάνομαι και δεν τα συνιστώ) που να πηγαίνουν εκεί. Ταξί ως το Southern bus station (το οποίο έχει μεταφερθεί πολύ έξω από την πόλη και δεν είναι εύκολο να πας με συγκοινωνία) από εκεί λεωφορείο ως την Ranong (350baht, 2η θέση). Αν μάλιστα προνοήσεις και πάρεις το λεωφορείο των 9μμ που φτάνει στις 6 περίπου το πρωί, δεν χάνεις και τη μέρα στο ταξίδι. Το λεωφορείο που πήρα ήταν γεμάτο και όπως συνήθως ήμουν ο μόνος ξένος. Μετά από 9,5 ώρες ταξίδι, 2 στάσεις, και λίγες ώρες άβολου ύπνου έφτασα στη Ranong. Εκεί βρήκα το sawngthaew που πάει στην προβλήτα, όπου έπρεπε να περιμένω μέχρι τις 9.30 που έφευγε η βάρκα για το νησί. Εκτός από εμένα ήταν και καμιά 10αριά άλλοι ταξιδιώτες.
Μετά από 1 ώρα περίπου στη βάρκα, φτάνουμε στο κατάφυτο νησί και αρχίζουμε να σταματάμε στην μια παραλία μετά την άλλη, κάνοντας στάσεις για να κατέβει ο κόσμος αλλά και για να ξεφορτώσουμε πράγματα. Φτάνοντας στην τρίτη παραλία (αργότερα έμαθα πως είναι η Long Beach, η μεγαλύτερη του νησιού) σταματήσαμε για να κατέβουν 2 άγγλοι. Ρίχνω μια ματιά στην παραλία, ρίχνω μια ματιά και στο νερό της θάλασσας και παίρνω την απόφαση να κατέβω. Πετάω τα παπούτσια μου στην παραλία και πηδάω από την βάρκα στο νερό (φυσικά προβλήτα δεν υπάρχει), μου δίνουν και το backpack μου στον ώμο και έτσι μέσα σε 14 ώρες έχω μεταφερθεί από την χαοτική Bangkok σε μια λευκή παραλία, που τα δέντρα φτάνουν μέχρι την άμμο, δίπλα στα γαλαζοπράσινα νερά.
Το να βρω ένα bungalow να μείνω δεν ήταν ούτε αυτό δύσκολο. Πίσω από την παραλία, κρυμμένα μέσα στα δέντρα υπάρχουν αρκετά guesthouses και παρόλο που πλησίαζε το τέλος της σεζόν και όλα κλείνουν (η περιοχή αυτή είναι η πιο βροχερή της Ταϊλάνδης, οπότε φαντάζεστε τι γίνεται κατά τους μουσώνες), κάποια ήταν ακόμη ανοιχτά. Κοίταξα 2-3 και τελικά πήρα ένα μικρό ξύλινο bungalow στο “Sunset Bungalows” μέσα στα δέντρα. Ένα κρεβάτι, με κουνουπιέρα, με μπάνιο μέσα και βεραντούλα με αιώρα που κοιτάει μέσα από τα δέντρα τη θάλασσα στα 30 μέτρα και ηλεκτρικό από γεννήτρια από τις 7 έως τις 10.30 το βράδυ για 200baht. Χρειάζεσαι κάτι παραπάνω;
Άφησα τα πράγματα στο bungalow και κατέβηκα στο εστιατόριο του guesthouse που είναι πάνω στην αμμουδιά. Έφαγα ένα καλό πρωινό και έκατσα με την κυρία Lek, την γλυκύτατη ιδιοκτήτρια και μιλάγαμε. Λειτουργεί μαζί με τον σύζυγο της τα bungalows εδώ και 12 χρόνια μου είπε και έχουν φτάσει τώρα να έχουν 18 αλλά δεν θέλει παραπάνω γιατί δεν θέλει να δουλεύει πολύ, προτιμάει να παίζει beach volley με τους επισκέπτες της. Μου έδειξε όλο υπερηφάνεια και συγκίνηση ένα φωτογραφικό album που της έφτιαξαν κάποιοι από τους επισκέπτες της και καθώς το ξεφύλλιζα μου εξηγούσε από που είναι ο καθένας. Το album ήταν από 6 ή 7 χρονιές συνολικά και τα πρόσωπα των επισκεπτών επαναλαμβάνονταν, ελαφρώς αλλαγμένα. Μου εξήγησε πως ο περισσότερος κόσμος που πάει στο νησί, μένει για πολύ καιρό και μετά ξαναγυρίζει κάθε χρόνο. Όπως οι φίλοι μου οι Αυστριακοί σκέφτηκα. Μετά από αρκετή ώρα που καθόμουν με την κυρία Lek και αφού γνώρισα και τον σύζυγο της τον κύριο Moo, πήγα για μια γρήγορη βουτιά στη θάλασσα. Μπορεί τα νερά να μην είναι τα πιο διαυγή που θα βρεις, αλλά όταν έχεις μια παραλία μήκους 3km μόνο για πάρτη σου, δεν μπορείς παρά να νιώθεις ιδιαίτερα. Γύρισα στο σπιτάκι μου και την έπεσα για ύπνο στην αιώρα με το θρόισμα των φύλλων και το τιτίβισμα των πουλιών να με νανουρίζει.
Την ώρα που έδυε ο ήλιος κατέβηκα στην παραλία για να απολαύσω το υπέροχο ηλιοβασίλεμα, όπου ο ήλιος πέφτει στην θάλασσα ακριβώς μπροστά σου, ενώ για αρκετή ώρα μετά εντυπωσιακοί χρωματισμοί εναλλάσσονται στον ουρανό. Κάπου εκεί όμως ξεκίνησε η βροχή, σημάδι των μουσώνων που έρχονται και έτσι έτρεξα στο κομμάτι του εστιατορίου που είναι σκεπασμένο. Εκεί γνώρισα τον Phil και τον Gabe, Καναδοί και οι δύο. Ο πρώτος είναι στο νησί εδώ και 4 μήνες και είναι η πέμπτη φορά που έρχεται ενώ του Gabe είναι η δεύτερη φορά και έχει ήδη κάτσει 1 μήνα. Φάγαμε και κάτσαμε και μιλάγαμε πίνοντας μπύρες Chang, ενώ ο Phil που φάνηκε να έχει μια αδυναμία στο Ταϊλανδέζικο χόρτο, κάπνισε αρκετά. Η ώρα πέρασε και γύρω στις 10.30 που ήταν η ώρα να σβήσουν τα φώτα η κυρία Lek μας έφερε μερικά κεράκια, άφησε τα κλειδιά στον Phil για να κλειδώσει την κουζίνα όταν τελειώσουμε και πήγε για ύπνο. Η βροχή είχε σταματήσει και ο ουρανός είχε πάλι φωτίσει από τα αστέρια αλλά και από τις αστραπές που φαίνονταν στον ορίζοντα, πάνω από τα ψαράδικα με τους μεγάλους προβολείς που ψαρεύουν στα ανοιχτά.
Οι επόμενες μέρες κύλησαν τόσο ήρεμα όσο και η πρώτη. Πρωινό στο εστιατόριο, καμιά βόλτα στην παραλία και βουτιά στη θάλασσα, άραγμα και διάβασμα είτε στην αιώρα είτε στο εστιατόριο και το βράδυ φαγητό, μπύρες και κουβεντούλα. Γνώρισα και τους υπόλοιπους «μόνιμους» ταξιδιώτες του guesthouse, ένα ζευγάρι από τη Γερμανία και μια κοπέλα από το Βέλγιο. Στη συνέχεια ήρθαν και έφυγαν ένα ζευγάρι από την Αγγλία, μια παρέα Γερμανών που ήρθαν να κάνουν καταδύσεις, ο Chris, ένας 67χρονος Καναδός που μας έλεγε ιστορίες για την Bangkok και το Koh Samui 20 χρόνια πριν και κάποιοι ακόμη.
Καμιά φορά έκανα και καμιά βόλτα στο νησί. Όπως προανέφερα δεν υπάρχουν αυτοκίνητα και συνεπώς ούτε δρόμοι. Υπάρχει ένα βασικό μονοπάτι (τσιμεντένιο) που πάει από την παραλία που έμενα έως την «διασταύρωση» που είναι και το κέντρο του «οικισμού» (λίγα σπίτια και 2 μαγαζάκια με τα βασικά) αλλά τα υπόλοιπα είναι μονοπάτια μέσα στη ζούγκλα. Περπάτησα και πήγα να δω τις άλλες παραλίες του νησιού, αυτές βόρεια από τη Long Beach αλλά και νότια, στους κόλπους Ao Kai Tao και Ao Siad. Περπάτησα και μέχρι το σταυροδρόμι για να αγοράσω μπαταρίες από το μαγαζάκι.
Από την μέρα που αποφάσισα να πάω στο Koh Chang, το πλάνο στο μυαλό μου ήταν να μοιράσω τις μέρες, και να κάτσω τις μισές εκεί και τις άλλες μισές να πάω σε ένα άλλο νησί που είναι εκεί κοντά, το Koh Phayam, το οποίο λένε πως είναι επίσης όμορφο αλλά πιο ανεπτυγμένο. Από την τέταρτη μέρα και μετά, κάθε βράδυ έλεγα στα παιδιά πως «αύριο μάλλον θα φύγω για το Koh Phayam». Η απάντηση που πήρα από τον Phil το πρώτο βράδυ ήταν «Τι να πας να κάνεις εκεί, εκεί έχουν αυτοκίνητα!». Οι μέρες πέρναγαν και εγώ κάθε μέρα θα έφευγα. Ποτέ όμως δεν κατάφερα να το πραγματοποιήσω. Αυτό το μέρος σε μαγεύει και δύσκολα το εγκαταλείπεις. Την 6η μέρα πραγματικά ξύπνησα νωρίς το πρωί και σχεδόν ετοίμασα τα πράγματα μου. Μετά όμως αποφάσισα να πάω για βουτιά στη θάλασσα και εκεί είναι που συνειδητοποίησα πως το σχέδιο να φύγω από το νησί αυτό για κάποιο άλλο έπρεπε να εγκαταλειφθεί. Το αξιοσημείωτο είναι πως την ίδια μέρα, αργότερα το μεσημέρι, εκεί που καθόμουν στο εστιατόριο και έγραφα, ξαφνικά εμφανίστηκε μπροστά μου η Lisa, μια Αμερικανίδα που ταξιδέψαμε μαζί σε όλο το Λάος και τη Βιρμανία και η οποία μόλις είχε γυρίσει από το Βιετνάμ και χωρίς να ξέρει σε ποια παραλία μένω και ούτε καν αν είμαι ακόμα στο νησί, ήρθε και με βρήκε.
Περάσαμε και τις επόμενες μέρες στο μικρό αυτό νησί με τον ίδιο τρόπο και τελικά την 10η μέρα, είχε έρθει η ώρα να φύγουμε, μιας και οι δυο έπρεπε να επιστρέψουμε στην Bangkok για τις πτήσεις μας. Χαιρετήσαμε τους ανθρώπους που κάναμε παρέα όλες αυτές τις μέρες, ντόπιους και ξένους και ανεβήκαμε στη βάρκα.
Η τελευταία κουβέντα που μου είπε ο Phil ήταν, «το ξέρω πως θα ξανάρθεις, αλλά μην το πεις σε πολύ κόσμο».
Νιώθω πως τον πρόδωσα λίγο. Σύντομα όλοι θα έφευγαν, αφού τα bungalows σε όλο το νησί θα έκλειναν και οι περισσότεροι κάτοικοι θα μεταφερόντουσαν στην ηπειρωτική Ταϊλάνδη. Τελευταία εικόνα πίσω καθώς η βάρκα έβγαινε προς τα ανοιχτά, ο κύριος
Moo και η κυρία
Lek να έχουν βγει στην παραλία και να μας αποχαιρετούν.
.( ....2010 !!!.....Welcome to
Sunset Resort!!!
Just down the beach from Eden Resort is Sunset resort situated in a shady and breezy area. Mrs
Lek and Mr
Moo offer a nice place to stay for solo's, couples and young families.
Their 15 nicely build bungalows are all with bathroom. The prices may vary from 150 to 300 baht per day.
The restaurant with several levels is a very cosy spot and is situated along the beach side. Thai and Western Food are served here.
Mrs
Lek makes delicious home made bread and home made yoghurt, while Mr
Moo likes to go out on fishing trips.
During the season, every day at sunset time, anyone can join the beach volleyball game.
Quick Details
Open: Yearly from Middle October - May
Bungalows: about 15 bungalows with sea view
Beach: Northern Tip of Ao Yai Beach
Restaurant: Thai and Western Food
Specials: Home Made Bread and Yoghurt, Fishing Tours,
daily volleyball at sunset
Telephone: (0066) 077-820.171 .....
Sunset Bungalows : 10 bungalows, $$ 150-250 THB
Contact : (66) 0-7782-0171)
ΑΝΑΡΤΗΘΗΚΕ ΑΠΟ GREEK_TRAVELER
http://worldtravelergr.blogspot.com/2008/07/koh-chang-andaman-sea-thailand.html