Καλώς ορίσατε,
Επισκέπτης
. Παρακαλούμε
συνδεθείτε
ή
εγγραφείτε
.
1 ώρα
1 μέρα
1 εβδομάδα
1 μήνας
Χωρίς όριο
Σύνδεση με όνομα, κωδικό και διάρκεια σύνδεσης
Αυτό τό topic
Αυτό τό board
Όλο τό forum
Google
Αρχική
Φόρουμ
Βοήθεια
Αναζήτηση
Ημερολόγιο
Επικοινωνία
Σύνδεση
Εγγραφή
thai.gr
»
ΓΕΙΤΟΝΙΚΕΣ ΧΩΡΕΣ
»
ΜΑΛΑΙΣΙΑ
(Συντονιστής:
karabε
) »
BORNEO - ΟΔΟΙΠΟΡΙΚΟ
« προηγούμενο
επόμενο »
Εκτύπωση
Αναζήτηση
Σελίδες: [
1
]
Κάτω
Αποστολέας
Θέμα: BORNEO - ΟΔΟΙΠΟΡΙΚΟ (Αναγνώστηκε 7193 φορές)
0 μέλη και 1 επισκέπτης διαβάζουν αυτό το θέμα.
spamangr
Μηνύματα: 48
OS:
Windows XP
Browser:
Firefox 3.5.9
BORNEO - ΟΔΟΙΠΟΡΙΚΟ
«
στις:
Ιουνίου 26, 2010, 13:44:00 μμ »
BORNEO, SABAH
Στο Βόρνεο έφτασα τέλη 2006, με πτήση της Air Asia στην Kota Kinabalu, Sabah. Ήταν σκοτάδι, περίπου 8 το απόγευμα και προσγειωθήκαμε σε τροπική καταιγίδα. Μόλις άνοιξε η πόρτα του αεροπλάνου, βγήκα από τους πρώτους και έτρεχα στη βροχή μέχρι να φτάσω στο κτήριο που είναι το passport control. Μπήκα λοιπόν μέσα βρεγμένος, και σύντομα πίσω μου η ουρά γέμισε, και αναγκαστικά κάποιοι από τους επιβάτες του αεροπλάνου (όλοι Ασιάτες) ήταν έξω στη βροχή καθώς το κτήριο ήταν μικρό. Δεν βρισκόμασταν στο βασικό αεροδρόμιο, αλλά σε ένα μικρότερο για budget airlines.
Έδωσα λοιπόν το διαβατήριό μου στον τελωνιακό και αυτός το περιεργαζόταν αρκετή ώρα χωρίς να μιλάει. Υποψιαζόμουν πως κάτι δεν πήγαινε καλά. Στη συνέχεια μιλούσε στο τηλέφωνο και μετά με ρώτησε από πού έρχομαι. Του απάντησα ότι είμαι από την Ελλάδα. Μου είπε πώς δεν είχε ξαναδεί Έλληνα και δεν ήξερε για αυτή τη χώρα. Με τη σειρά μου του είπα ότι είναι στην Ευρώπη μεταξύ Ιταλίας και Τουρκίας. Στη συνέχεια με ρώτησε πού γράφει στο διαβατήριό μου ότι είμαι Έλληνας. Πήρα το διαβατήριο στα χέρια μου να του δείξω και πάγωσα: πουθενά δεν γράφει Greece, μόνο Hellas. Άντε τώρα να αποδείξεις στον άνθρωπο στην άκρη του κόσμου ότι Greece και Hellas είναι το ίδιο πράγμα….Προσπάθησα να του το εξηγήσω και μετά έφυγε και πήγε κάπου σε ένα γραφείο στον προϊστάμενό του. Έλειψε κανά πεντάλεπτο ακόμα, και εν τω μεταξύ έξω έριχνε ακόμα καρέκλες και οι άνθρωποι είχαν βραχεί μέχρι το κόκαλο. Με κοίταγαν με απορία, μιλούσαν μεταξύ τους, σα να ρώταγαν από πού πια είμαι? Από τον Άρη?
Όταν ο υπάλληλος επέστρεψε με κάλεσε να πάμε στον ανώτερο. Πήγα μέσα και ο άνθρωπος με ρώτησε εάν έχω ξαναέρθει στην Μαλαισία. Του είπα, φυσικά, και έβγαλα το διαβατήριο να του δείξω την περσινή βίζα αλλά μόλις θυμήθηκα ότι το διαβατήριο ήταν καινούριο και το παλιό το είχα αφήσει με τα παλιότερα (τα κάνω συλλογή) πίσω στην Ελλάδα. Βασικά η Sabah, είναι ημιαυτόνομη, με ξεχωριστή νομοθεσία και έπρεπε να δουν αν οι Έλληνες (ε ρε τι μας βρήκε νυχτιάτικα, θα έλεγαν…) δικαιούνται είσοδο. Έτσι λοιπόν αφού τους είπα το διάστημα που πέρυσι ήμουν Μαλαισία, πήραν στα κεντρικά στην Kuala Lumpur να τσεκάρουν. Ύστερα από κανά 15λεπτο, ο προιστάμενος ήρθε χαμογελαστός και μου είπε πως όλα πήγαν καλά και μου έδωσε το διαβατήριό μου σφραγισμένο. Να’ναι καλά , γιατί αν με αφήνανε έξω στη βροχή όλη νύχτα θα έβγαζα λέπια… Εν τω μεταξύ οι επιβάτες που περίμεναν ήταν σε δραματική κατάσταση, κρατούσαν δώρα, μπαγκάζια κλπ όλα φουσκωμένα και να στάζουν. Δεν διαμαρτυρήθηκαν όμως, κι εγώ χαμογέλασα ευγενικά κατακόκκινος.
Έτσι λοιπόν μοιράστηκα ένα ταξί με δυο μαλαισιανές που γνωριστήκαμε στο πόδι και πήγαμε στο ίδιο youth hostel (15 RM με πρωινό). Αφήσαμε τα πράγματα και πήγαμε να φάμε. Εκεί μου έκαναν μια εισαγωγή στο Borneo, και είδαν την έκπληξή μου όταν περίμενα άδικα να δω παρθένες περιοχές, άγριες φυλές κλπ. Και σε αυτό τον όχι πια ξεχασμένο παράδεισο, οι δυτικοί τον μόλυναν με εμπορικά κέντρα, Mc Donalds, κλπ.
Ύστερα από έναν καλό ύπνο (για εμένα, όχι τους άλλους , εφόσον το ροχαλητό μου από την κούραση κράτησε όλο το hostel ξύπνιο, και ήτανε και mixed. Ντροπή!!). Ξεκίνησα να πηγαίνω με minibus στους πρόποδες του Kota Kinabalu, του ψηλότερου βουνού μεταξύ Ιμαλαίων και Mt Hagen, New Guinea. Ο οδηγός ήταν ένας ηλικιωμένος ντόπιος που όταν τον κοίταζες τρόμαζες, αλλά ξαφνικά το πρόσωπό του χωριζόταν κυριολεκτικά στα δύο από ένα υπέροχο χαμόγελο. Με ρώτησε: να βάλω μουσική? Ώχ, είπα μέσα μου, θα αρχίσει εκείνα τα ηλίθια karaoke και θα μας πάρει το κεφάλι. ‘Φυσικά’ του απάντησα, για χάρη της ευγένειας. Κοντολογίς, ο παππούς άκουγε Malmsteen, Black Label society και Metallica. Ήξερε τα κομμάτια απέξω και χτυπιόταν στο τιμόνι. Θα έκανα πολύ μεγάλο κέφι, οδηγώντας μέσα σε υπέροχα τοπία, με καλή μουσική κλπ, εάν δίπλα μου στο πίσω κάθισμα δεν καθόταν ένας 30άρις χοντρός Ταϊλανδός που ήταν αδερφή και με χούφτωνε. Μου την έπεφτε στα ίσια και μόνο που δεν τον άρχισα στις φάπες. Καιγόταν το παιδί από το πάθος, και δεν μπορούσε να κρατηθεί…
Αφού λοιπόν έφτασα στους πρόποδες, έκανε στάση το minibus να με αφήσει, και βγήκα έξω προσεκτικά προσέχοντας τα νώτα μου, μην έχουμε άλλα…Εκεί κοντά ήταν η είσοδος του πάρκου όπου και έπρεπε να κάνω registration, και να τακτοποιηθώ. Σύντομα έμαθα και τα μαντάτα: για να ανέβεις στην κορυφή χρειάζεται minimum 2 μέρες και πρέπει οπωσδήποτε να έχεις οδηγό. Ο οδηγός είχε flat fee, και αν δεν ήθελες να ξηλωθείς κανονικά, έπρεπε να βρεις κι άλλους να γίνετε group, με maximum 8 άτομα (εάν θυμάμαι καλά) για να μοιραστείτε το ποσό. Άντε να βγω στη γύρα πάλι, σκέφτηκα, και τότε άκουσα φωνές. Είδα από πίσω ένα ξανθό ψηλό πλάσμα, που μου έσκαγε κοντά ένα κεφάλι, έξαλλο να φωνάζει. Όταν άρχισε να ηρεμεί και να βγάζει καπνούς συστηθήκαμε και το όνομά της ήταν Nataly, έμοιαζε λες και είχε βγει από ασπρόμαυρη παλιά αφρικάνικη ταινία, με κάτι περίεργους που κάνανε σαφάρι. Με τη Natali λοιπόν οργανωθήκαμε και σύντομα βρήκαμε κι άλλους 5 για να ανέβουμε την επόμενη τα χαράματα μαζί. Το απόγευμα μείναμε παρέα στα dorms και τα λέγαμε. Τη ρώτησα πόσο καιρό ταξιδεύει και απάντησε: ‘από τους Ολυμπιακούς της Αθήνας’. Ξεκίνησε τότε και ταξίδευε 2μισι χρόνια σερί. Αρχικά, πίστευα ότι ήμουν σκληροπυρηνικός και ότι μπορούσα να τη βγάλω με λίγα λεφτά κλπ. Όταν τη γνώρισα, έπαψα να το πιστεύω, μου έβαλε τα γυαλιά. Περάσαμε όλο το απόγευμα σα μικρά παιδιά, λέγοντας ιστορίες. Όλα πήγαν καλά μέχρι που έβγαλε τις αρβύλες της (ρε παιδία δεν είχα ξαναδεί τέτοιες αρβύλες…)
Το πρωί είχαμε εγερτήριο. Αφήσαμε τα μπαγκάζια κάτω και πήραμε τα απολύτως απαραίτητα, μπόλικο νερό, φαΐ, φωτογραφική, φακό (από αυτούς που τους δένεις στο μέτωπο), ότι ζεστά ρούχα είχαμε (εγώ είχα ένα τρύπιο μακρυμάνικο), χαρτί τουαλέτας άμα με πιάσει στο δρόμο τίποτα, και κανα δυο μπλουζάκια. ΄Σύντομα διαπίστωσα ότι δεν υπήρχε περίπτωση να τα καταφέρω. Για κακή μου τύχη έπεσα σε ένα γκρουπ με κοπέλες (μόνο ένας άντρας, ο πατέρας της μίας) που ήταν όλοι αθλητές και μαραθωνοδρόμοι. Πηγαίνανε λες και καίγανε Nitro. Εγώ ο κακομοίρης, όλο το χρόνο είμαι καθηλωμένος σε γραφείο, και μόνο όταν πάω διακοπές κινούμαι. Φυσική κατάσταση μηδέν. Επίσης καθ’όλο το διάστημα της ανάβασης δεν είδα ισιάδα πάνω από 5 μέτρα. Ολόκληρη η διαδρομή ήταν χωμάτινα, πέτρινα ή σχηματισμένα από ρίζες σκαλοπάτια, συνεχή ανηφόρα αποκλειστικά και μόνο σε σκαλοπάτια. Χιλιάδες, εκατομμύρια σκαλοπάτια, το κεφάλι μου βούιζε και τα πνευμόνια μου σφύριζαν σα τις κόρνες στο καρναβάλι. Παρόλα αυτά είχα την υποστήριξη της Natali (μόνο που δε με πήρε σηκωτό, χαμπάρι δεν έπαιρνε) και της υπόλοιπης ομάδας. Βασικά κάθε μερικά χιλιόμετρα υπήρχε kiosk που μπορούσες να κάνεις στάση. Όσο κι αν το ήθελα, ήξερα ότι δεν θα μπορούσα να τα καταφέρω. Το πνεύμα πρόθυμο αλλά η σάρκα ασθενής. Έτσι λοιπόν έβαζα σαν στόχο το επόμενο kiosk όπου θα έκανα μια μικρή στάση και μετά θα επέστρεφα. Με αυτό τον απλό τρόπο, ξεγελώντας τον εαυτό μου, τα κατάφερα όλη μέρα. Κυρίως όμως έπαιρνα κουράγιο καθώς έβλεπα τους αχθοφόρους. Άντρες και γυναίκες σε όλες τις ηλικίες, ακόμα και ηλικιωμένοι, οι οποίοι πληρώνονταν 1 RM (25cents, με την τότε ισοτιμία) για κάθε κιλό που ανέβαζαν στο τελευταίο camp (αν θυμάμαι καλά γύρω στα 3400μ). Υπήρχαν ηλικιωμένες γυναίκες που στωικά ανέβαιναν κουβαλώντας τούβλα, πέτρες και υλικά οικοδομής, νερό και προμήθειες. Σε μια ακραία περίπτωση είδα έναν μεσήλικα άντρα να ανεβάζει ένα ψυγείο γύρω στα 2 μέτρα ψηλό. Το είχε δέσει πάνω του και το ανέβαζε μόνος του. Το εγχείρημα αυτό για εμένα προσωπικά καθώς και για σχεδόν όλους μας είναι πραγματικά ακατόρθωτο. Πρέπει να είσαι πολύ απεγνωσμένος ή πεινασμένος για να βρεις την ψυχική δύναμη να το κάνεις. Σχεδόν όλοι ήταν πολύ αδύνατοι, αλλά με τεράστιους τετρακέφαλους. Τέτοια δυσαναλογία δεν είχα ξαναδεί, αδύνατοι υποσιτισμένοι Ασιάτες με πόδια μαύρου Αμερικάνου sprinter που παίρνει αναβολικά.
Με τα πολλά λοιπόν και αφού έμεινα περίπου 10 λεπτά πίσω από την υπόλοιπη ομάδα (καθόλου άσχημα σαν χρόνος, το πήγα γρήγορα) έφτασα στην βάση που θα περνούσαμε το βράδυ. Ένα καταφύγιο όπως τα περισσότερα που έχουμε δει στα βουνά. Έφτασα λοιπόν στα σκαλιά και ξάπλωσα ανάσκελα, κυριολεκτικά ψόφιος από την κούραση. Μετά από λίγο ήρθε ένας ντόπιος και μου είπε πως δεν θα έμενα εκεί το βράδυ, αλλά στο επόμενο καταφύγιο, μόλις 200-300 μέτρα παραπάνω. Καλύτερα να με χτύπαγε, ούτε να σηκωθώ μπορούσα, ούτε καν να δω που μου δείχνει. Έκατσα χάμω κανά μισάωρο και μετά συνέχισα. Έφτασα σε ένα υπέροχο καταφύγιο με εκπληκτική θέα. Η χαρά μου που έφτασα έως εκεί ήταν απερίγραπτη. Με το που μπήκα, η ομάδα ξέσπασε σε δυνατό χειροκρότημα φωνάζοντας ‘you made it!’. Περάσαμε ένα πολύ γλυκό απόγευμα σχολιάζοντας τα της ημέρας και σατιρίζοντας καλοπροαίρετα ο ένας τον άλλο.
Όταν σκοτείνιασε η θερμοκρασία έπεσε στους 7 βαθμούς και συνέχιζε να πέφτει. Σχεδόν κανείς δεν ήταν προετοιμασμένος. Προσωπικά, ταξίδευα για μήνες σε τροπικές περιοχές, και δεν είχα μαζί μου μπουφάν κλπ. Βέβαια, το προσωπικό είχε προνοήσει: μπουφάν για νοικίασμα. Μας βόλεψαν μια χαρά, επίσης κάποιος που κατέβαινε το βουνό μου δώρισε κάποια λεπτά γάντια, και αγόρασα και έναν σκούφο (καφέ, που πιάνει όλο το πρόσωπο, και μια μεγάλη μαύρη φούντα πάνω), τον μοναδικό που βρήκα.
Πέσαμε λοιπόν στα dorms να κοιμηθούμε όπου εκεί υπήρχε και το μοναδικό ίσως ηλεκτρικό καλοριφέρ της N.A Ασίας. Για κακή μου τύχη, κοιμόμουν στο τέρμα πάνω κρεβάτι, και ο αέρας ήταν αποπνικτικός. Όταν δεν άντεξα άλλο, έκλεισα το καλοριφέρ και παγώσαμε όλοι. Στο απέναντι κρεβάτι ήταν μια Ισπανίδα η οποία υπέφερε κι αυτή μαζί μου. To μαρτύριο δεν κράτησε πολύ γιατί το εγερτήριο ήταν στις 2 το πρωί. Έπρεπε με κάθε θυσία να είμαστε στην κορυφή πριν τις 5:30 γιατί μετά τις 6 μαζεύονται σύννεφα και δεν μπορείς να δεις τίποτα.
Βγήκα λοιπόν έξω και ήταν η Natali, σα το φάντασμα, να τεντώνεται νυχτιάτικα (τα χέρια της έμοιαζαν να έχουν ένα άνοιγμα σα…πλατάνι), και να έχει το φακό στο κεφάλι της αναμμένο. Τέτοιες αστείες και αλλοπρόσαλλες φάσεις είναι όλα τα λεφτά... Ξεκινήσαμε λοιπόν και η ανάβαση γινόταν όλο και πιο απότομη, ώσπου πλέον κρατούσαμε σκοινιά για να ανεβούμε. Η κούραση και οι πόνοι στα γόνατά μου ήταν απερίγραπτοι. Η θερμοκρασία ήταν στον ένα βαθμό πάνω από το μηδέν, κάτι πολύ αξιοπερίεργο σε αυτό τον μεσημβρινό. Ύστερα λοιπόν από ώρες ανάβασης, ο ένας πίσω από τον άλλο, καταφέραμε και κατακτήσαμε την κορυφή του Kinabalu, σχεδόν 4100 μέτρα.
Η θέα στην αρχή ήταν λες και ήμουν σε άλλο πλανήτη. Ακόμα δεν είχε αρχίσει να χαράζει, το βουνό όλο ήταν σκούρο γκρι, και βρισκόμουν πάνω από τα σύννεφα. Σταδιακά καθώς άρχισε να βγαίνει ο ήλιος, ο ουρανός άλλαζε απίστευτες αποχρώσεις, από το εκτυφλωτικό χρώμα της φωτιάς έως βαθύ μπλε στον ουρανό, ο οποίος φαινόταν τόσο κοντά λες και μπορούσες να τον πιάσεις. Όταν τελικά ο ήλιος βγήκε και είχα πάρει ανάσες για σχεδόν μία ώρα, συνειδητοποίησα που πραγματικά ήμουν και τι είχα καταφέρει. Ήμουν στην κορυφή, και κάτω μου βρισκόταν ολόκληρη η ζούγκλα του Βόρνεο! Για άλλους με καλύτερη φυσική κατάσταση αυτό ίσως ήταν παιχνίδι, για εμένα ήταν μια τεράστια προσωπική κατάκτηση που θα θυμάμαι πάντα.
Για καλή μας τύχη, τα σύννεφα άργησαν να μαζευτούν και έτσι είχαμε πολύ χρόνο να θαυμάσουμε τη θέα. Είχε πολύ κρύο αλλά ήμασταν αγκαλιασμένοι και μοιραζόμασταν αυτή τη μοναδική στιγμή της ζωής μας χωρίς να το αισθανόμαστε. Στη συνέχεια λοιπόν ξεκίνησε η κατάβαση. Όσο κατέβαινα με τα σκοινιά καλά ήταν (να’ναι καλά αυτός που μου έδωσε τα γάντια), μετά όμως αρχίσανε τα δύσκολα. Όσο στο ανέβασμα είχε κούραση, λαχάνιασμα και ιδρώτα, τόσο στο κατέβασμα είχε πόνο. Ατέλειωτες πλειομετρικές συστολές στους τετρακεφάλους, και πολλούς κραδασμούς στα γόνατα καθώς πολλά από τα σκαλιά ήταν πάνω από μισό μέτρο το ένα από το άλλο. Επιπρόσθετα υπήρχε και το άγχος να κατέβω γρήγορα, να κάνω ένα ντουζ και να βγω στην Εθνική οδό περιμένοντας το τελευταίο λεωφορείο για τον επόμενο προωρισμό…Sepiloc!
spamangr
Μηνύματα: 48
OS:
Windows XP
Browser:
Firefox 3.5.9
BORNEO - ΟΔΟΙΠΟΡΙΚΟ part 2
«
Απάντηση #1 στις:
Ιουνίου 26, 2010, 13:56:37 μμ »
PART2
Το Sepiloc είναι κοντά στη πόλη Sandakan, και τα κατάφερα να φτάσω την ίδια μέρα. Φυσικά έφτασα βράδυ και βρήκα ένα υπέροχο resort να μείνω όπου ο κήπος ήταν πραγματικά βασιλικός! Ατέλειωτα στρέμματα με λίμνες, τροπικά δέντρα και πουλιά να πετούν. Φυσικά δεν έμεινα σε δωμάτιο, αλλά σε κάποια dorms που ήταν χωμένα σε μια γωνία. Για κακή μου τύχη κοιμήθηκα πάλι με κοπέλες. Πρόσωπα δεν είδα, καθώς έτρεχαν πρωί πρωί να φύγουν. Μάλλον παραήμουν κουρασμένος και έγινε ο πόλεμος του Ιράκ με το ροχαλητό μου.
Γιατί λοιπόν βρέθηκα στο Sepiloc? Για ένα και μοναδικό λόγο: τους Ουρακοτάνγκους! Στην περιοχή αυτή που συνορεύει με το τροπικό δάσος, βρίσκεται ένα από τα 4 orang-utang rehabilitation centers που υπάρχουν. Σκοπός του κέντρου αυτού είναι να καθυστερήσει όσο μπορεί την εξαφάνιση των ουρακοτάγκων. Δυστυχώς οι ελεύθεροι ουρακοτάγκοι είναι ελάχιστοι και έχουν απομείνει μόνο στο Βόρνεο και τη Σουμάτρα. Για όσους τους μπερδεύουν με τις μαϊμούδες, καμία σχέση. Οι ουρακοτάγκοι κάνουν ένα μόνο μωρό, σπάνια δύο, έχουν 99% ίδιο DNA με τον άνθρωπο, είναι κόκκινοι, φτάνουν μέχρι 140 κιλά και είναι 7 φορές δυνατότεροι από εμάς. Απειλούνται από τη λαθροθηρία, (σύμφωνα με άρθρα που έχω διαβάσει η μεγαλύτερη πηγή χρήματος παγκοσμίως, ύστερα από όπλα και ναρκωτικά, είναι πλέον το εμπόριο ειδών υπό εξαφάνιση), το κόψιμο των δασών και τη μείωση της τροφής τους (παλιότερα, σύμφωνα με την παράδοση, ένας ουρακοτάγκος μπορούσε να διασχίσει ολόκληρο το Βόρνεο από άκρη σε άκρη για χιλιάδες χιλιομετρα, χωρίς να πατήσει το έδαφος. Πηγαίνοντας από δέντρο σε δέντρο).
Στο κέντρο αυτό έπαιρναν μωρά που έβρισκαν ορφανά και τα είχαν σε ημιελεύθερη κατάσταση μέχρι να ενηλικιωθούν και να φύγουν ανεξάρτητα στη ζούγκλα. Υπήρχε μια εξέδρα που δύο φορές τη μέρα (πρωί και βράδυ) έρχονταν από το δάσος και έτρωγαν μπανάνες που τους έδινε ο φύλακας. Υπήρχαν σκοινιά γύρω γύρω και ερχόντουσαν κάνοντας ακροβατικά. Μέτρησα 9 το πρώτο πρωί. Στη συνέχεια, όντας αχόρταγος με τη φύση και τα ζώα, θέλησα να ακολουθήσω τα μονοπάτια στο δάσος. Έχοντας λίγο μυαλό μέσα στο κεφάλι μου το έκανα με παρέα με έναν παππού περίπου στα 65 και ντυμένος σε στυλ Indiana Jones.
Μια σύντομη αναφορά σε αυτόν, καθώς περάσαμε αρκετές μέρες σαν συνταξιδιώτες. Όταν ήταν 19 χρονών ανακοίνωσε στην μητέρα του ότι θα έφευγε από τη χώρα του για 2-3 βδομάδες να δει πώς είναι ο κόσμος έξω. Αυτές οι 2-3 εβδομάδες κράτησαν 7 χρόνια. Επέστρεψε και στη συνέχεια ξαναέφυγε. Ουσιαστικά είχε γυρίσει ολόκληρο τον πλανήτη και τα βράδια μου διηγιόταν απίστευτες ιστορίες όπως π.χ όταν στη δεκαετία του 60 ανέβηκε στο Mt Hagen της Νέας Γουινέας μόνος του, ενώ ακόμα υπήρχαν οι τελευταίοι ανθρωποφάγοι, ή όταν επί μήνες περπάτησε από Ινδία μέχρι Νεπάλ, Θιβέτ και Sichuan μένοντας σε σπηλιές, σπίτια χωρικών κλπ. Όλη του τη ζωή κοιμόταν όπου έβρισκε, έτρωγε όταν έβρισκε και έκανε ότι δουλειά υπήρχε διαθέσιμη (μέχρι και βαρκάρης τη δεκαετία του 70 στη Χαβάη).
Το πήραμε λοιπόν με το πόδι μέσα στο δάσος, πατώντας σε λάσπες και αποσυντεθειμένη βλάστηση επί ώρες θαυμάζοντας την ησυχία και αγωνιώντας να βρούμε κάποιο άγριο ζώο. Μετά από αρκετό δρόμο βρεθήκαμε σε μια υπέροχη λιμνούλα όπου κάναμε ένα διάλυμα και ξεκινήσαμε την επιστροφή για να προλάβουμε να δούμε πάλι τους ουρακοτάγκους το απόγευμα. Για καλή μας τύχη 2 από αυτούς μας πρόλαβαν πρώτοι. Ήταν πιτσιρικάδες, ούτε καν έφηβοι, και είχαν εξοικειωθεί με την παρουσία ανθρώπων. Τους καλοπιάσαμε και τελικά ήρθαν κοντά μας, τους χαϊδεύαμε προσπαθώντας να αποθανατίσουμε αυτή τη μοναδική στιγμή για πάντα, και παίζαμε μαζί τους. Ήμασταν πολύ προσεκτικοί κατανοώντας ότι αυτά δεν είναι κατοικίδια, και ότι ήδη είχαμε περάσει την ‘κόκκινη γραμμή’ να έρθουμε σε επαφή μαζί τους ενώ δεν ξέρουμε τις συνήθειές τους. Η αίσθηση που είχα καθώς έπιανα τα χέρια τους, ήταν πως αυτοί οι ‘πιτσιρικάδες’ είχαν τη δύναμη έτσι και τσαντιστούν να μου ξεριζώσουν κανά χέρι και να το ψάχνω στο δάσος. Βέβαια τα ζώα δεν έχουν την κακία του ανθρώπου, και τα συγκεκριμένα ήταν νεαρά με μόνη ημερήσια απασχόληση το παιχνίδι και την εξερεύνηση. Ένα από αυτά άνοιξε το στόμα του (είχε κάτι δόντια σα το μισό μου αντίχειρα) και μου ‘κλείδωσε’ το πόδι χαμηλά στη γάμπα. Πίεσε λίγο δυνατά αλλά ήταν προφανές ότι δεν είχε κακό σκοπό.
Ύστερα λοιπόν από τουλάχιστον μισή ώρα παιχνιδιού μας πέρασε ταυτόχρονα μια σκέψη: κι αν έχουν καμιά μητέρα τους εδώ κοντά? Σοκαριστήκαμε, και οι παλμοί ανέβηκαν. Έπρεπε με κάποιο τρόπο να αποδεσμευτούμε και να επιστρέψουμε πίσω. Έλα όμως που δεν μας άφηναν? Τότε κατέστρωσα ένα μεγαλοφυές σχέδιο το οποίο όμως ναυάγησε σε δευτερόλεπτα: Έδωσα στον έναν την μοναδική μπανάνα που είχα, αλλά αντί να με αφήσει, την έπιασε με το πόδι του και την έτρωγε από αυτό, χωρίς να αφήνει τα χέρια του από πάνω μου. Μην έχοντας άλλη λύση, αρχίσαμε να επιστρέφουμε ενώ οι 2 ‘κύριοι’ είχαν γαντζωθεί στα πόδια μας και τους σέρναμε στο έδαφος, έβρισκαν τεράστια ευχαρίστηση στο να τους ξύνεται με αυτό τον τρόπο η πλάτη. Ύστερα από ώρα (βιντεοσκόπησα σύντομα πλάνα) και καθώς ήμασταν κοντά στα όρια του πάρκου, μας είδε ένας ranger και τους τρόμαξε. Τα κορδόνια της τσάντας μου είχαν κοπεί, η τσάντα είχε μασηθεί, το παντελόνι μου έσταζε από σάλιο ουρακοτάγκου, αλλά πού να το πεις και ποιος να σε πιστέψει…
Έμεινα στο Sepiloc άλλες δύο μέρες απολαμβάνοντας την τοποθεσία και τα ζώα. Επίσης με το νέο μου ηλικιωμένο φίλο καταστρώσαμε σχέδιο για το που θα πάμε στη συνέχεια. Όπως με πληροφόρησε, και αφού είχε κάνει trekking σε ζούγκλες της Αφρικής, Αμαζονίου κλπ, εάν θες να δεις πραγματικά άγρια ζώα, είναι σχεδόν αδύνατο να τα δεις περπατώντας, και εάν τα δεις τότε είναι επικίνδυνο. Τα ζώα ακούν και μυρίζονται τον άνθρωπο από χιλιόμετρα μακριά και φεύγουν τρέχοντας (αυτό επιβεβαιώθηκε αργότερα όταν ήμουν στη ζούγκλα της Σουμάτρας και ο ranger είχε δει τίγρη λιγότερες από 10 φορές σε όλη του τη ζωή και αυτές από μακριά και για λίγα μόνο δευτερόλεπτα). Ο καλύτερος τρόπος να τα δεις είναι να είσαι σε ποτάμι κατά την αυγή και τη δύση όταν πάνε να πιουν νερό. Επομένως ο επόμενος προορισμός ήταν το Kinabatang River, το οποίο μπαίνει στα ενδότερα το τροπικού δάσους.
Η διαδρομή μέχρι το Kinabatang στην αρχή με στεναχώρησε και στη συνέχεια με τσάντισε πολύ. Το μόνο που έβλεπες δεξιά και αριστερά για όσο έφτανε το μάτι σου και ακόμα παραπέρα ήταν Palm tree plantations. Ήρθαν πολυεθνικές, έκοψαν το μεγαλύτερο μέρος των δασών (νομιμότατα εφόσον λάδωσαν ή εκβίασαν), και φύτεψαν τα καταραμένα αυτά δέντρα. Στο διάστημα αυτό διαπίστωσα από πρώτο χέρι πόσο συνυπεύθυνος είμαι τόσο εγώ όσο και όλοι μας, με τον καταναλωτικό τρόπο που ζούμε. Μπαίνουμε σε ένα πολυκατάστημα στην Ελλάδα, βρίσκουμε ότι ζητάει η ψυχή μας με 2-3 Ευρώ, το βαριόμαστε, το πετάμε και παίρνουμε άλλο. Κάναμε κάτι παράνομο? Βάση συντάγματος όχι. Η συνδιαλλαγή ήταν νόμιμη εφόσον πληρώσαμε το χρηματικό αντίτιμο που ζητήθηκε. Ηθικά όμως διαπράξαμε έγκλημα, καθώς για να έχουμε εμείς αυτά τα περιττά αγαθά που ούτε καν τα εκτιμούμε, καταστράφηκαν δάση, μολύνθηκαν θάλασσες, εξαφανίστηκαν ζώα, κάποιοι δούλεψαν για ένα Ευρώ τη μέρα και κάποιοι πεινάνε επειδή δεν έμεινε γη να φυτέψουν και δεν τους φτάνει αυτό το Ευρώ για να αγοράσουν έστω το ρύζι της ημέρας.
Κάποια στιγμή αφήσαμε την εθνική οδό και μπήκαμε σε ένα χωματόδρομο. Δεξιά και αριστερά μπουλντόζες, φορτηγά, εργοτάξια. Ασφαλτοστρώνανε το δρόμο, κάτι που πιθανώς σημαίνει και το τέλος αυτού του δάσους. Στο τέλος υπήρχε ένα χωριό, και εκεί που ήταν αραγμένες οι τελευταίες μπουλντόζες, άρχιζε το δάσος. Ανεβήκαμε σε ένα μικρό βαρκάκι όπου ακολουθώντας την πορεία του ποταμού, φτάσαμε σε ένα πανέμορφο jungle hut. Αυτό ήταν, ήμασταν πλέον μέσα στο δάσος, και ούτε ο λογαριασμός της τράπεζας, ούτε η θέση που έχεις στην ηλίθια κοινωνία μας, ούτε η εμφάνιση και τα υπάρχοντά σου μπορούν να σε σώσουν, όταν έρθεις πρόσωπο με πρόσωπο με την άγρια φύση.
Μας υποδέχθηκαν χαμογελαστοί ιθαγενείς, οι οποίοι είχαν μεγαλώσει εκεί, αγαπούσαν το δάσος, το σέβονταν και ήξεραν τα μυστικά του. Υπέροχοι άνθρωποι που έκαναν τις επόμενες ημέρες μας πολύ ευχάριστες (και ακόμα πιο υπέροχοι όταν μοιραστήκαμε το ουίσκι που είχα μαζί μου, χεχε). Στις υπόλοιπες ημέρες ξυπνούσαμε περίπου τέσσερις το πρωί ώστε να κάνουμε την πρωινή εξόρμηση σε διάφορα παρακλάδια του ποταμού. Σε πολλά σημεία υπήρχε mangrove βλάστηση. Υπήρχε πολύ υγρασία και ψύχρα, η οποία με ανάγκαζε να φοράω την τρύπια μου μπλούζα. Επίσης υπήρχε πολύ ομίχλη ή πάχνη και η όλη ατμόσφαιρα την πρώτη ώρα ήταν σα να έβλεπες ταινία θρίλερ αλλά παράλληλα παράξενα οικεία και όμορφη. Σπάνια μιλούσαμε μαζί μας, καθώς έπρεπε να περάσουμε απαρατήρητοι και όταν κάποιος εντόπιζε ένα ζώο σκουντούσε τον άλλο και έδειχνε την κατεύθυνση.
Γύρω μας τα δέντρα ήταν πανύψηλα κλείνοντας την ορατότητα αλλά ευτυχώς το ποτάμι ήταν πολύ πλατύ και δεν υπήρχε η αίσθηση της ασφυξίας. Φυσικά έπρεπε να είμαστε στοιχειωδώς προσεκτικοί, π.χ μην πλύνουμε τα χέρια μας στο ποτάμι, γιατί ήταν γεμάτο κροκόδειλους. Βασικά πολλοί κροκόδειλοι στέκονται στην όχθη, κάτω από τη λάσπη ακίνητοι παραμονεύοντας για ώρες ή και μέρες. Όταν κάποιο ζώο έρθει να πιει νερό αμέριμνο, σε κλάσματα δευτερολέπτου ανοίγουν το τεράστιο στόμα τους και ακούς αυτό το φριχτό ‘κλακ’. Είδαμε πολλές περιοχές κατακόκκινες από αίμα και ένα αυλάκι που άφηνε ο κροκόδειλος όταν έφευγε χορτάτος. Από το πλάτος του αυλακιού ο βαρκάρης μας έλεγε την ηλικία του κροκόδειλου. Σε κάποιες περιπτώσεις είδαμε ζωντανά επίθεση κροκόδειλου σε μαϊμού (ο αγαπημένος τους μεζές) καθώς και σε πουλιά. Σε δύο από αυτές πρόλαβα και βιντεοσκόπησα το περιστατικό.
Πέρα από τους κροκόδειλους, είχα την τύχη να δω πολλούς άγριους ουρακοτάνγκους, κάποιους από αυτούς ενήλικες με τεράστια μάγουλα και σε πλήρη ανάπτυξη. Δυστυχώς μετά από λίγο, μόλις μας παίρνανε χαμπάρι απλώνανε τα τεράστια χέρια τους και αρχίζανε να πηγαίνουν από δέντρο σε δέντρο, ώσπου να χαθούν.
Ένα άλλο είδος το οποίο ζει αποκλειστικά και μόνο εκεί, σε κανένα άλλο σημείο του πλανήτη, είναι η proboscis monkey. Είναι το πιο αστείο ζώο που έχω δει ποτέ. Έχει ένα ηλίθιο ανθρώπινο βλέμμα, σαν Έλληνα δημοσίου υπαλλήλου, είναι γύρω στο 1.50 ύψος, με μέτωπο κάθετο προς τα πίσω λες και λείπει το επάνω τμήμα του κεφαλιού του, και μια λευκή τουμπανιασμένη κοιλιά έτοιμη να σκάσει, η οποία μοιάζει απόλυτα με την δικιά μου ύστερα από 1 κασόνι μπύρες. Το ποιο αστείο όμως τμήμα του είναι η μύτη του η οποία είναι μεγάλη και κρέμεται ακριβώς σαν πέος. Οι proboscis ζούνε πάνω στα δέντρα, και υπάρχει ιεραρχία ως το πιο ύψος κάθονται. Στην κορυφή είναι ο αρχηγός και από κάτω οι παλλακίδες με τα πιτσιρίκια που συνεχώς τρέχουν πέρα δώθε. Ένα άλλο χαρακτηριστικό τους είναι η έντονη ερωτική ζωή, αμέτρητες φορές κατά τη διάρκεια της ημέρας. Μιμούνται ανθρώπινες στάσεις και βιντεοσκόπισα κωμικές φάσεις με τον αρσενικό όρθιο πάνω στο κλαρί, την παρτενέρ του στα 4 να το απολαμβάνει και αυτός να είναι σοβαρός κοιτώντας τον ουρανό και με τη μύτη να χοροπηδάει. Πολύ γέλιο…Μόλις με είδε, έκανε στο πλάι αργά και ήρεμα, τράβηξε ένα κόκκινο ματσούκι όρθιο σα κατάρτι που είχε και με κοίταγε μέχρι να φύγω, μετά έστριψε πάλι με το πάσο του και συνέχισε ακάθεκτος…
Φυσικά κάτι που πραγματικά ομόρφαινε την όλη εμπειρία ήταν τα πουλιά. Εκατοντάδες παραδείσια πουλιά σε όλα τα μεγέθη και χρώματα. Ιδιαίτερα μου άρεσαν οι hornbills και οι kingfishers. Ένα βράδυ εντοπίσαμε ένα kingfisher (πράσινος, κόκκινο μεγάλο ράμφος, κίτρινο κεφάλι) να κοιμάται πάνω σε ένα κλαρί πάνω στο ποτάμι. Φτάσαμε αργά και αθόρυβα μην τον ξυπνήσουμε και κατάφερα να τον πάρω μέχρι και φωτογραφία από απόσταση 2 μέτρων.
Τα ζώα που είδα ήταν πάρα πολλά, από τα οποία για τα περισσότερα δεν γνωρίζω καν τα ονόματά τους. Silver monkeys, monitor lizards, macaques και πολλά άλλα. Η μεγαλύτερη ατυχία όμως ήταν με τους pygmy elephants. Υπάρχει ένα είδος πυγμαίων ελεφάντων με τεράστια προβοσκίδα και ουρά που αγγίζει το έδαφος. Σύμφωνα με τα λεγόμενα του οδηγού, έχουν απομείνει μονάχα 150, και κινούνται σε 2 κοπάδια. Κάθε χρόνο περνάνε ακριβώς από το σημείο που μέναμε, και δυστυχώς μόλις είχαν περάσει την προηγούμενη εβδομάδα. Έφαγα τα μουστάκια μου από τα νεύρα μου όταν το άκουσα. Κάτι που είναι αξιοσημείωτο με αυτούς, είναι πως όπως σε όλα τα ζώα, λόγω του ότι το δάσος έχει συρρικνωθεί και οι οδοί μετανάστευσης έχουν καταργηθεί, τα ζώα γίνονται απρόβλεπτα. Υπάρχει η γενική οδηγία από τις τοπικές αρχές ότι απαγορεύεται να πυροβολήσουν ή να τραυματίσουν ελέφαντα. Έτσι λοιπόν το κοπάδι γνωρίζοντάς το αυτό το παίζουν τσαμπουκάδες. Μπαίνουν μέσα στις φυτείες και τις ρημάζουν, σπάνε σπίτια κλπ. Εκδικούνται δηλαδή, αλλά δυστυχώς όχι τις πολυεθνικές που είναι οι κύριες υπεύθυνες. Ρώτησα λοιπόν το βράδυ τον οδηγό μου εάν έχει έρθει αντιμέτωπος με επίθεση ελέφαντα και πώς πρέπει να το αντιμετωπίσει. Μου απάντησε πως έχει έρθει σε επαφή πολλές φορές. Όταν ο ελέφαντας κάνει έφοδο, πρέπει να κρατήσεις τη θέση σου κοιτώντας τον και μόλις φτάσει κοντά σε απόσταση αναπνοής να χτυπήσεις παλαμάκια με όλη σου τη δύναμη ακριβώς μπροστά από τα μάτια του. Αυτή η κίνηση τον φοβίζει πολύ. Επίσης, αφού σταματήσει και τον δεις να στρίβει για να φύγει, μην το χάψεις. Όταν δεις τον πισινό του αυτό θα είναι και το τελευταίο πράγμα που θα δεις γιατί ετοιμάζεται να σε κλοτσήσει. Πρέπει πάντα να είσαι μπροστά του και να στρίβεις μαζί του. Φυσικά δεν δοκίμασα τα παραπάνω για να δω πόσο σωστά είναι, και ούτε με τρώει η περιέργεια…
Ένα μεσημέρι λοιπόν, καθώς αναμέναμε το επόμενο μεγάλο γεγονός της ημέρες (την απογευματινή ‘βαρκάδα’) ο οδηγός μου ο Aloy, πρότεινε να πάμε για trekking μερικές ώρες για να μας δείξει μια υπέροχη λίμνη που υπήρχε. Φυσικά δεν χρειάστηκε να το πει δεύτερη φορά και σε 1 λεπτό ήμουν έτοιμος. Η ζούγκλα ήταν αποπνικτική, και ο Aloy μπροστά κράταγε ένα χαντζάρι και ‘έκοβε’ δρόμο κυριολεκτικά. Μου έλεγε για τα φυτά και έντομα που προσπερνούσαμε και θαυμάζαμε τα τεράστια δέντρα που υπήρχαν , σχεδόν σε διαστάσεις σεκόγιας που είχα δει στα καναδικά Rockies. Τελικά φτάσαμε στη λίμνη πάνω ακριβώς στην ώρα που από το πουθενά ξέσπασε τροπική καταιγίδα. Ευτυχώς είχε φτιάξει ένα υπόστεγο και μπήκαμε από κάτω να προστατευθούμε. Χτύπησα έναν φραπέ, που φυσικά δεν είχε ξαναδεί, και μιλάγαμε περί ανέμων και υδάτων χωρίς να γνωρίζω για την κόλαση που με περίμενε στην επιστροφή.
Κόλαση? Ναι! Και έχει και όνομα: Βδέλλες! Οι βδέλλες βγαίνουν μετά τη βροχή και είναι πάνω στα φύλλα. Μυρίζονται το αίμα από μέτρα μακριά, τεντώνονται σαν κεραίες όσο πιο πολύ μπορούν και προσπαθούν να σε ακουμπήσουν, έτσι και το καταφέρουν, απλά την έκατσες…Τρέχα βγάλτες. Τις τραβάς από το κεφάλι, σου κολλάνε στο δάχτυλο από τον πισινό, τις ξανατραβάς και κολλάνε από το κεφάλι. Επίσης αν προσπαθήσεις να τις κόψεις με μαχαίρι δεν κόβονται με τίποτα, είναι σα ζελές. Θέλοντας και μη λοιπόν γέμισα (ή μάλλον ΓΕΜΙΣΑ) βδέλλες. Ο Aloy είχε μαζί του αλάτι και ένα σουγιά, και βγάζαμε ο ένας τις βδέλλες του αλλουνού. Όταν επιτέλους επιστρέψαμε, βγάλαμε παντελόνια, σώβρακα κλπ (ευτυχώς που δεν ήταν ο ταϊλανδός μαζί, τέτοια ευκαιρία έψαχνε…) για τελικό check up. Η έκπληξη ήταν όταν έβγαλα τις κάλτσες τελευταίες και μια ρουφιάνα είχε γαντζωθεί στην φλέβα κάτω από τον αστράγαλο και είχε γίνει σα μπαλόνι, σκασμένη στο αίμα.
Δυστυχώς, όλα τα καλά τελειώνουν, και έπρεπε να από χαιρετίσω το Kinabatang και όλα τα παιδιά που γνωριστήκαμε. Άντε πάλι αγκαλιές κλπ. Το μόνο που εύχομαι είναι αυτό το δάσος να υπάρχει ακόμα, οι proboskies να συνεχίσουν να κουτουπώνονται, οι pygmoi elephants να συνεχίζουν να τα σπάνε, και οι ουρακοτάνγκοι να κρύβονται. Το πιο πιθανό όμως είναι να έχουν πάει τίποτα *&@γερμανοί (ή Αμερικάνοι), να τα ξερίζωσαν όλα και να αρχίζουν τα palm tree plantations, για να πηγαίνουμε εμείς στα Lidl και να τα ακουμπάμε…
spamangr
Μηνύματα: 48
OS:
Windows XP
Browser:
Firefox 3.5.9
BORNEO - ΟΔΟΙΠΟΡΙΚΟ part 3
«
Απάντηση #2 στις:
Ιουνίου 26, 2010, 13:59:01 μμ »
PART 3
Η επόμενη στάση ήταν η Semporna μέσω Lahat Datu. Για όσους δεν γνωρίζουν, σε πολλά μέρη το λεωφορείο (δεν μπορείς πάντα να το πεις έτσι) ή το όποιο αυτοσχέδιο όχημα τέλος πάντων μεταφέρει κόσμο, ξεκινάει όταν το όχημα γεμίσει και ποτέ νωρίτερα, εκτός αν προθυμοποιηθείς να πληρώσεις 5-6 εισιτήρια για όσους δεν ήρθαν ακόμα. Επίσης υπάρχουν τρία στάδια πριν ξεκινήσει: Το πρώτο είναι να γεμίσει (ή τουλάχιστον να νομίσεις ότι γέμισε εφόσον δε βλέπεις κενές θέσεις), το δεύτερο είναι να μπουν άλλοι τόσοι, και το τρίτο είναι να ξαναμπούν άλλοι τόσοι μαζί με κιβώτια κοτόπουλα, σακούλες και παιδιά. Τότε μπορείς να πεις ότι κοντεύεις να ξεκινήσεις, όταν ο οδηγός αποφασίσει να ξυπνήσει. Στη διαδρομή αυτή ευτυχώς υπήρχαν μόνο τα δύο πρώτα στάδια, ανόμοια με άλλες ατυχίες που είχα στα ταξίδια μου. Επίσης το όχημα μπορεί να πηγαίνει μόνο μέχρι το επόμενο χωριό ή 2-3 παρακάτω και πρέπει να επαναληφθεί η όλη διαδικασία πολλές φορές μέχρι να φτάσεις στον προορισμό σου,. Έτσι λοιπόν εγώ και ο παππούς, που γίναμε κολλητοί, περιμέναμε με τις ώρες στη Lahat Datu. Πότε περίμενε στωικά με την υπομονή και απάθεια έμπειρου ταξιδιώτη συνηθισμένου στις φουρτούνες και τις κακουχίες, πότε σηκωνότανε ξαφνικά και βλαστήμαγε…
Με τα πολλά ξεκινήσαμε το απόγευμα και βλέπαμε το γνωστό μονότονο τοπίο με τα palm tree plantations. Λίγο πριν την Semporna, αμήν να φτάσουμε καμιά φορά, ο οδηγός πατάει φρένο, παίρνει μια πλαστική σακούλα κι εξαφανίζεται για κανα 20λεπτο (δε μίλαγε γρι αγγλικά). Αναρωτιόμασταν τι έγινε μέχρι που ακούσαμε μωαμεθανικές προσευχές. Ο κύριος, αφού τελείωσε την προσευχή του, ήρθε με ένα άσπρο φέσι στο κεφάλι του και χτενίζοντας τη γενειάδα του. Αφού λοιπόν φτάσαμε πάλι νυχτιάτικα, πήγαμε στο λιμάνι όπου έχει ένα φοβερό ξενοδοχείο πάνω στη θάλασσα (κυριολεκτικά πάνω, εφόσον είναι πάνω σε παλούκια και από κάτω περνάνε ψάρια), το οποίο διέθετε ένα τεράστιο dorm με καμιά 30 κρεβάτια για τους φτωχούς συγγενείς. Άφησα τα μπαγκάζια και έκλεισα το πακέτο για τον πραγματικό λόγο που έφτασα εκεί: Mabul και Sipadan.
H διαδρομή προς το Mabul ήταν ‘προεδρική’ καθώς ήμουν σε ταχύπλοο σκάφος που έτρεχε του σκοτωμού. Κάτι που μου έκανε μεγάλη εντύπωση ήταν το ότι είδα ένα ‘σπίτι’ στη μέση του ωκεανού. Υπήρχε ένας ύφαλος και κάποιος είχε φτιάξει το σπίτι του πάνω σε μια ξύλινη πλατφόρμα πάνω σε άδεια βαρέλια. Καταπράσινα νερά, απομόνωση, ψάρεμα και κολύμπι. Είχε μια βαρκούλα με μηχανή δεμένη και την οικογένειά του μαζί. Οποιοδήποτε άλλο σχόλιο είναι περιττό.
To Mabul είναι ένα μικροσκοπικό νησάκι το οποίο μπορεί κάποιος να περπατήσει σε 15 μόλις λεπτά. Αποτελεί το σημείο που μπορεί να διανυκτερεύσεις εάν θέλεις να επισκεφθείς το Sipadan, ένα από τα 5 καλύτερα μέρη στον πλανήτη για κατάδυση. Περιμετρικά υπάρχουν κατάλευκες παραλίες και κοκκοφοίνικες αλλά μέχρι αργά το μεσημέρι είναι η ώρα της άμπωτης και η θάλασσα έχει τραβηχτεί πολύ μακριά. Θέλει πολύ δρόμο περπατώντας ανάμεσα σε κοράλλια μέχρι να καταφέρεις να κολυμπήσεις (εάν δεν σπάσεις κανα πόδι στη πορεία). Ωστόσο υπάρχει ένα πανάκριβο, πανέμορφο και πολύ χλιδάτο resort το οποίο είναι χτισμένο ολόκληρο πάνω σε υποστυλώματα. Μπορείς να περπατήσεις πάνω στα πεζοδρόμια που έχει και που φτάνουν εκατοντάδες μέτρα μακριά από την παραλία, καθώς και να ανέβεις σε ένα φανταστικό look out point για να θαυμάσεις τη θέα και το ηλιοβασίλεμα. Το resort μοιάζει πολύ με αυτό στη Bora – Bora που όλοι μας έχουμε δει σε φωτογραφίες. Επιπρόσθετα, μπορεί απλά να βουτήξεις στα θάλασσα και να ανέβεις πάλι πάνω από σκάλες που υπάρχουν.
Η διαφορά της στάθμης του νερού μεταξύ παλίρροιας και άμπωτης είναι πάνω από 4-5 μέτρα. Το απόγευμα τα δωμάτια φαίνονται 1-2 μέτρα πάνω από τη θάλασσα ενώ το πρωί πάνω από 5-6. Η θάλασσα είναι γεμάτη κοράλλια και παντός είδους τροπικά ψάρια Φυσικά βούτηξα και το χάρηκα πολύ, εάν εξαιρέσω τον μόνιμο φόβο που έχω για τους καρχαρίες.
Το πιο αξιοπερίεργο στο Mabul ήταν οι κάτοικοι. Μέσος όρος ηλικίας θα έλεγα 13-14 χρονών. Μιλιούνια από παιδιά να μαζεύονται σαν τις μύγες γύρω μου και να φωνάζουν χαρούμενα. Όταν λέω μιλιούνια το εννοώ. Ενήλικες κατοίκους είδα λίγους, οι περισσότεροι ήταν μέσα σε καλύβες και ήταν απασχολημένοι με τη δημιουργία κι άλλων παιδιών. Τα περισσότερα ήταν γυμνά και έτρωγαν ότι έβρισκαν: κανα καβούρι εδώ, κανά ψαράκι που έπιαναν με το δίχτυ κλπ. Όταν ρώτησα εκεί που έμενα (φυσικά όχι στο resort) για ποιο λόγω υπάρχουν τόσο πολλά παιδιά μου απάντησαν ότι το Mabul μέχρι πολύ πρόσφατα άνηκε στις Φιλιππίνες (τώρα ήταν Μαλαισία) και οι κάτοικοι ήταν καθολικοί. Το κύριο κήρυγμα του ιερέα ήταν κατά της αντισύλληψης και το πόσο μεγάλο αμάρτημα ήταν αυτό. Το ότι το νησί είχε βουλιάξει στα παιδιά δεν ήταν αμάρτημα? Ο κάθε βλαμμένος εκεί γεννοβολάει σαν τη κουνέλα…Και μετά παραπονιούνται ότι έχουν πόσα στόματα να θρέψουν (όχι ότι τους πολυνοιάζει βέβαια, αραχτοί είναι κάτω από τα δέντρα).
Ύστερα από 2 ευχάριστες μέρες εκεί, ήρθε η πολυπόθητη ώρα για να πάω Sipadan, το οποίο είναι ένα μοναχικό μικροσκοπικό νησί με στρατιωτικό φυλάκιο και τους φύλακες του εθνικού πάρκου. Απαγορεύεται αυστηρά να χτιστούν ξενοδοχεία (μέχρι στιγμής) To σκάφος θα μας πέταγε σε πολλά διαφορετικά σημεία και θα μας μάζευε παρακάτω, σύμφωνα με τη φορά του ρεύματος. Με το που βούτηξα λοιπόν έπαθα σοκ. Η ομορφιά που αντίκρισα και τα αισθήματα που ένοιωσα δεν μπορούν να περιγραφτούν με λόγια. Ένας πυθμένας γεμάτος πολύχρωμα κοράλλια σε όποιο σχήμα, μέγεθος και απόχρωση μπορεί κάποιος να φανταστεί και αμέτρητα θαλάσσια φυτά. Μeγάλη έκπληξη μου προξένησε ένα είδος το οποίο όταν ακουμπήσεις εξαφανίζεται ακαριαία. Το φυτό αυτό έχει ρίζες σε αμυχές και τρύπες στα κοράλλια και μόλις διαισθανθεί κίνδυνο συσπειρώνεται σε εκατοστά του δευτερολέπτου.
Η μεγαλύτερη όμως ομορφιά προέρχεται από τα ψάρια. Χιλιάδες ψάρια σε σχήματα τόξου, μπάλας, μικροσκοπικά με έντονα χρώματα, τεράστια που κινούνται αργά, μεσαίου μεγέθους με ραβδώσεις, χρώματα και μοναδικά σχήματα. Σε πολλές περιπτώσεις η ορατότητα μου δεν ήταν πάνω από 2 μέτρα λόγω του πλήθους των ψαριών. Κολυμπούσα και άνοιγαν μπροστά μου σαν κουρτίνα. Μαζί μου είχα ένα σακουλάκι βρασμένο ρύζι και μόλις το άνοιξα μαζεύτηκαν τόνοι από ψάρια χαϊδεύοντάς με. Κρίμα που δεν είχε υποβρύχια κάμερα να αποθανατίσω αυτή τη μαγική στιγμή.
Κάποια στιγμή βρήκα δύο τεράστιες θαλάσσιες χελώνες. Έπιασα το καβούκι της μιας με τα δυο μου χέρια και με τραβούσε κολυμπώντας. Το δέος που ένιωθα ήταν τόσο έντονο που έχασα κάθε αίσθηση κινδύνου. Σε κάποια στιγμή είδα μακριά μου έναν σφυροκέφαλο καρχαρία, αλλά δεν μπορούσα παρά να τον θαυμάζω. Σε τουλάχιστον 3 περιπτώσεις ήρθα πολύ κοντα (2-3 μέτρα) με reef sharks, οι οποίοι έχουν περίπου ενάμιση μέτρο μήκος και θεωρούνται ακίνδυνοι για τον άνθρωπο. Όπως με διαβεβαίωσε και ο οδηγός του σκάφους, τα ψάρια στην περιοχή είναι εξοικειωμένα με την ανθρώπινη παρουσία, και εφόσον δεν τα πειράζει ποτέ κανείς, δεν έχουν λόγω να είναι επιθετικά. Άλλωστε τροφή υπάρχει υπεράφθονη για όλα.
Θα ήθελα πολύ να είχα γνώσεις για τα ψάρια που έβλεπα. Πολλά από αυτά ήταν τόσο σπάνια που έρχονταν επιστήμονες από ολόκληρο τον κόσμο για να τα μελετήσουν. Πραγματικά, το Sipadan είναι τα καλύτερο μέρος που έχω επισκεφθεί ποτέ σε θέμα θαλάσσιας ομορφιάς. Η μέρα κύλησε τόσο ευχάριστα καθώς επισκεφτόμουν το ένα μέρος μετά το άλλο που το απόγευμα δεν ήθελα να επιστρέψω στο mabul. Εάν έβρισκα εκεί δουλειά θα έμενα χωρίς δεύτερη σκέψη.
Όταν λοιπόν έφτασε η ημέρα της επιστροφής στην Seporna, ο παππούς που ταξιδεύαμε ακόμα μαζί, μου ανέφερε πως σκόπευε να πάει στο Kalimantan της Ινδονησίας, που συνόρευε. Άρχισα να το σκέφτομαι, αλλά από τη μία τα σχέδιά μου ήταν άλλα και από την άλλη είχα πάντα περιπέτειες με την Ινδονησιακή βίζα (ο νόμος ακόμα δεν είχε αλλάξει). Καθώς λοιπόν το σκάφος άραζε στο λιμάνι, είδα τον παππού να μαζεύει γρήγορα το backpack του και να κάνει ένα σάλτο στο μόλο. Πριν κανείς πάρει χαμπάρι τι συνέβηκε, έτρεχε με ταχύτητα sprinter. Όταν τελικά ο καπετάνιος κατάλαβε τι έγινε, ήταν πλέον αργά. O παππούς είχε συμφωνήσει να πληρώσει τα μισά λεφτά μπροστά και τα άλλα μισά στην επιστροφή. Τον έψαχναν ώρες αλλά μάταια. Την κοπάνισε χωρίς ούτε αντίο.
Ήταν απόγευμα και έπρεπε να επιλέξω που θα πάω στη συνέχεια. Η μέχρι στιγμής εμπειρία μου από τη Sabah ήταν τόσο καλή που ήθελα πολύ να ξαναεπιστρέψω στο μέλλον. Ένας προορισμός μου είχε μείνει ακόμα, αλλά αποφάσισα να μην πάω γιατί αφενός μεν εκείνη τη στιγμή αισθανόμουν χαρούμενος και πλήρης, αφετέρου δε ήθελα να αφήσω μια πρόφαση για να ξανάρθω. Ο προορισμός ήταν η Danum valley, η οποία ακόμα με περιμένει και σκοπεύω να την επισκεφθώ, μπαίνοντας και στο Kalimantan.
Έτσι λοιπόν πήγα στο σταθμό των λεωφορείων για να δω δρομολόγιο για Kota Kinabalu. Και ποιον συνάντησα εκεί? Τη Nataly! Είχαμε τόσα πολλά να πούμε για τις ημέρες που πέρασαν. Μια και το θέμα της μεταφοράς όμως ήταν προτεραιότητα μάθαμε ότι υπήρχε night bus πολυτελείας. Και οι δύο δεν θέλαμε να πληρώσουμε διανυκτέρευση (ειδικά η Nataly χε χε) και βγάλαμε τα εισιτήρια. Όντας έμπειροι από Ασιατικά night bus, κρατήσαμε μαζί μας τα απαραίτητα πριν αφήσουμε τις αποσκευές στο πορτ παγκάζ. Το πρώτο που πήρα ήταν ζεστά ρούχα (πήρα το μάλλινο σκούφο με τη φούντα, τη μπλούζα μου, κάλτσες καθώς και την πετσέτα μου) γιατί το air-condition είναι πάντα προγραμματισμένο σε ‘arctic mode’. Η θερμοκρασία μέσα είναι τόσο παγωμένη, πέρα από κάθε όριο λογικής (μην ψάχνεις να την βρεις εκεί, απλά αποδέχεσαι ότι δεν υπάρχει) που μπορούν να συντηρηθούν μέχρι και παγωτά. Το δεύτερο που πήραμε ήταν ωτοασπίδες γιατί προμηνυόταν ολονυχτία karaoke από κάθε παράφωνο και ηλίθιο που υπήρχε στο λεωφορείο, καθώς και ασταμάτητα κλάματα από μωρά.
Είπαμε λοιπόν τις εμπειρίες μας, γελάσαμε, είδαμε τους ντόπιους να τρώνε ότι είχαν κουβαλήσει μαζί τους και μετά να τα πετάνε κάτω κάνοντας το λεωφορείο σκουπιδότοπο, σαβανωθήκαμε με ότι ζεστό είχαμε και την πέσαμε για ύπνο. Σε κάποια φάση το λεωφορείο σταμάτησε και ένιωσα ένα έντονο φως στα μάτια μου. Τα άνοιξα και είδα στρατιώτες με αυτόματα όπλα και φακούς να ψάχνουν. Ζήτησαν διαβατήριο και μετά έφυγαν. Εκ των υστέρων έμαθα ότι ψάχνουν για Φιλιππινέζους λαθρομετανάστες, έλεγχος ρουτίνας.
Αφού φτάσαμε Kota Kinabalu, αρχίζαμε να τρίβουμε ο ένας τον άλλο να ζεσταθούμε γιατί είχαμε παγώσει και οι δύο μέχρι το κόκαλο. Ήμασταν πολύ ταλαιπωρημένοι και πήγαμε στο hostel. Εγώ έπρεπε να κανονίσω την μεταφορά μου στο Brunei και η Natali να επιστρέψει στην Αγγλία. Πλησίαζαν Χριστούγεννα και ο πατέρας της, της έστειλε e-mail ότι εάν δεν ήταν εκεί, δεν θα της ξαναμιλούσε ποτέ. Το επόμενο πρωί λοιπόν αποχαιρετηθήκαμε και μέχρι σήμερα κρατάμε επαφή. Μου έχει ζητήσει να ταξιδέψουμε μαζί τη Λατινική Αμερική. Να πω την αλήθεια, αισθάνομαι ασφαλής μαζί της, δεν υπάρχει περίπτωση να με πειράξει κανείς…
Πρωί πρωί λοιπόν πήρα το πλοίο που θα με πήγαινε στο Brunei μέσω Labuan. Το Labuan είναι ένα νησί πολύ κοντά στο Brunei το οποίο είναι ημιαυτόνομο. Είναι ιδιαίτερα φημισμένο για το ότι είναι αφορολόγητο. Και όταν λέω αφορολόγητο δεν εννοώ τα duty free που μονίμως είναι ακριβότερα. Μιλάω για πραγματικά αφορολόγητα προϊόντα. Η κύρια λοιπόν ατραξιόν του νησιού είναι οι κάβες και τα μαγαζιά με σοκολάτες. Είναι τόσο φτηνά που τρίβεις τα μάτια σου. Ήταν 11 το πρωί και κατέβασα 3 Guinness και 2 toblerone. Επίσης πήρα ένα Jack Daniels, και μπάρμπα να είχα στο εργοστάσιο, τόσο φθηνά δεν θα μου το έδινε.
Με ελαφρύ κεφάλι και νιώθοντας τρικυμία κάτω από τα πόδια μου (λόγω αλκοόλ) πριν καν μπω στο πλοίο, ξεκίνησα για Brunei. Το Brunei είναι ένα ανεξάρτητο κράτος, σκληροπυρηνικά μουσουλμανικό, με τον Σουλτάνο του σαν έναν από τους πλουσιότερους ανθρώπους του πλανήτη και με πάθος του την συλλογή Rolls Royce (δημοσιεύματα λένε ότι έχει αγοράσει τις μισές απ’οσες έχουν φτιαχτεί). Απαγορεύεται αυστηρά το αλκοόλ, η κατοχή του ταυτίζεται με κατοχή ναρκωτικών, απαγορεύονται οι σχέσεις εκτός γάμου (κάπου το έχω ξαναδεί αυτό...) και γενικώς αν δεν προσεύχεσαι 10 φορές τη μέρα κλπ, καλύτερα να προσέχεις πώς κοιμάσαι. Ειδικά για τους δυτικούς τουρίστες (ποιος μουρλός να θέλει να πάει εκεί πέρα) επιτρέπεται η κατοχή ενός λίτρου αλκοόλ εφόσον παρθεί ειδική άδεια στα customs. Επομένως το Jack Daniels δεν χύθηκε σε κανα νεροχύτη, αλλά το πήρα μαζί μου νόμιμα με χαρτούρα και τα σχετικά.
Έμεινα κι εκεί σε Dorms, καθότι δεν με έπαιρνε οικονομικά για πολλά. Σε αυτά τα dorms συνέθεσα την μαντινάδα: ‘Εε ιι, εε.ιι, είμαι στο Brunei…Είχα ήδη μακρύ μούσι και με βιντεοσκόπισα.
Το μέρος ήταν πολύ καταθλιπτικό και δεν είχες πολλά να κάνεις. Έτσι αποφάσισα να δω ότι έχω να δω σε 2 μέρες και μετά να την κάνω το συντομότερο. Ένα αξιοθέατο ήταν το mosque που έφτιαξε ο Σουλτάνος με έναν τεράστιο τρούλο από ατόφιο χρυσάφι (α ρε και να είχα σκοινί, σφυρί και καλέμι…) το οποίο το βράδυ λαμπύριζε κυριολεκτικά (με πήγε ένας ντόπιος φραγκάς με SUV, ούτε και θυμάμαι ποιος ήταν και πώς τον γνώρισα). Υπήρχε επίσης το παλάτι και κάποιοι άλλοι μιναρέδες.
Το ποιο ενδιαφέρον ήταν το stilt village το μεγαλύτερο stilt village στον κόσμο. Ένα ολόκληρο χωριό πάνω από το νερό, υπερυψωμένο πάνω σε μακριούς πασσάλους. Ένας λαβύρινθος από σπίτια, δρομάκια, στενά, όλα στον αέρα. Τα σπίτια ήταν κλασσικά μουσουλμανικά χαμηλής τάξης, όπου όλο το σόι μένει μαζί, και έχει μωαμεθανικά συνθήματα γραμμένα, φωτογραφίες με οπλαρχηγούς με φακιόλια και τα συναφή. Απ’έξω μουσάτοι με φέσια να πίνουνε τσάι και να βλέπουν το λευκό σίφουνα (εμένα) να περνάει μέσα από τα σπίτια τους με κάμερα και φωτογραφική σε κάθε χέρι. Να πω την αλήθεια, ήταν πολύ βρωμιαρέοι, πετούσαν όλα τα λύματα και σκουπίδια κάτω. Τα νερά βρωμούσαν και επέπλεαν κάθε είδους ακαθαρσίες και πλαστικά. Περπάτησα τουλάχιστον 4-5 ώρες εκεί βλέποντας ότι είχα να δω, και προσπαθώντας μάταια να ανταλλάξω καμιά κουβέντα.
Το πήγαινε-έλα στο χωριό είχε πολύ φάση καθώς έγινε με boat taxi. Δεκάδες βάρκες με μηχανές πηγαινοέρχονταν μεταφέροντας κόσμο. Μύριζε βενζίνη και λάδι, αλλά η διαδρομή ήταν ωραία. Υπήρχαν θαλάσσιες λεωφόροι ανάμεσα σε σπίτια, καθώς και μικρότερες οδοί. Ο πάνω και ο κάτω κόσμος…Ήταν και αυτή μια εμπειρία, αλλά αισθάνομαι τυχερός που δεν έτυχε να γεννηθώ στο Brunei.
Φυσικά δεν θα μπορούσες να πεις ότι όλοι είναι ‘Άγιοι’ μωαμεθανοί. Μπήκα σε ένα internet café να δω τα e-mail μου και δίπλα ήταν καθώς πρέπει κύριοι με τις κελεμπίες να βλέπουν τσόντες από το internet. Η πορνογραφία απαγορεύεται αυστηρά και όλοι έπεφταν πάνω στην οθόνη (η μαντίλα στο κεφάλι κάλυβε κάπως την κατάσταση) και με τον παραμικρό θόρυβο έκλειναν τα παράθυρα και έβλεπαν σποτάκια από προσευχές κλπ. Τραγελαφική κατάσταση, τους έφαγε κι αυτούς η τσόντα όπως και τον υπόλοιπο κόσμο…
Φεύγοντας λοιπόν από το Brunei, έπρεπε να αποφασίσω που θα πάω. Όσους ταξιδιώτες είχα συναντήσει μου είπαν ότι αφού είχα πάει Sabah, το Sarawak (Βορειο δυτικό Βόρνεο) δεν θα μου έκανε ιδιαίτερη εντύπωση. Ήδη μέσα μου χτυπούσαν τάσεις φυγής. Έπρεπε να αλλάξω χώρα, ημισφαίριο, κάτι τέλος πάντων. Σάλιωσα το δάχτυλό μου να δω προς τα πού φυσάει ο άνεμος και πήρα την επόμενη πτήση από την Kota Kinabalu… Στο επανηδείν Sabah!
stelkon
Μηνύματα: 419
Φύλο:
OS:
Windows XP
Browser:
MS Internet Explorer 7.0
Απ: BORNEO - ΟΔΟΙΠΟΡΙΚΟ part 3
«
Απάντηση #3 στις:
Ιουνίου 26, 2010, 15:28:08 μμ »
Περιμένουμε και φωτογραφίες από τα ταξίδια σου ..
Η Στάση μας στα καθημερινά πεπραγμένα η ανοχή μας ή όχι σε αυτά η κουλτούρα μας γενικότερα η πολιτική συνείδηση (όχι η κομματική ) είναι αυτή που μας κατατάσσει ιδεολογικά και τελικά αυτή που ένας λαός επιλέγει τις κυβερνήσεις του μην κλαιγόμαστε άξιοι των πεπραγμένων μας είμαστε.
kikiv
Μηνύματα: 51
Φύλο:
OS:
Windows XP
Browser:
Firefox 3.6.6
Απ: BORNEO - ΟΔΟΙΠΟΡΙΚΟ
«
Απάντηση #4 στις:
Ιουνίου 27, 2010, 15:35:32 μμ »
τι ωραίο οδοιπορικο , μπραβο σου
ευχαριστουμε που το μοιραστηκες μαζι μας...
αν εχεις όρεξη , περιμενω να μας γραψεις και για άλλα μερη που εχεις επισκεφτει ....
trelamenos
Μηνύματα: 131
Φύλο:
Οταν ο Θεος ειχε κεφια δημιούργησε την Ταυλανδη
OS:
Windows 7
Browser:
Firefox 3.5.9
Απ: BORNEO - ΟΔΟΙΠΟΡΙΚΟ
«
Απάντηση #5 στις:
Ιουνίου 27, 2010, 21:59:13 μμ »
μας ταξιδεψες υπεροχα
σου ευχομαι σε ολη την ζωη σου να εχεις την δυνατοτητα να γυριζεις οπου υπαρχει περιπετεια για σενα
diver2002
Μηνύματα: 4
Φύλο:
OS:
Windows XP
Browser:
Firefox 3.5.10
Απ: BORNEO - ΟΔΟΙΠΟΡΙΚΟ
«
Απάντηση #6 στις:
Ιουνίου 28, 2010, 11:36:22 πμ »
Μπραβο ρε φιλε,μας μαγεψες κ μας εκανες να ζηλεψουμε...Αντε να δουμε ποτε θα καταφερουμε να παμε κ εμεις εκει.Περιμενουμε κ φωτογραφιες απο τον παραδεισο....
PETROS
Μηνύματα: 70
OS:
Windows Vista
Browser:
MS Internet Explorer 8.0
Απ: BORNEO - ΟΔΟΙΠΟΡΙΚΟ
«
Απάντηση #7 στις:
Ιουνίου 28, 2010, 13:19:45 μμ »
μασ τρελανεσ ρε φιλε
spamangr
Μηνύματα: 48
OS:
Windows XP
Browser:
Firefox 3.5.9
Απ: BORNEO - ΟΔΟΙΠΟΡΙΚΟ
«
Απάντηση #8 στις:
Ιουνίου 28, 2010, 19:38:49 μμ »
Δυστυχώς επί του παρόντως δεν μπορώ να κάνω upload σε φωτογραφίες. Βρίσκομαι και θα βρίσκομαι σε μια ακριτική περιοχή της Ελλαδας για τους υπόλοιπους μήνες και έχω σήμα internet μόνο 2G. Έχω όμως το δικό μου site με εκατοντάδες φωτογραφίες και βιντεάκια (όπως τους ουρακοτάγκους που ανέφερα, καθώς και τις βδέλλες). Όσοι ενδιαφέρονται μπορούν να μπουν στο:
www.flickr.com/photos/spamangr
Ένας πιο γρήγορος τρόπος για να δείτε τις photos είναι να διαλέξετε όποιο από τα sets που έχω στα αριστερά σας ενδιαφέρει
Θα χαρώ να έχω τα σχόλιά σας
go2dbeach
Μηνύματα: 169
Φύλο:
OS:
Windows XP
Browser:
MS Internet Explorer 8.0
Απ: BORNEO - ΟΔΟΙΠΟΡΙΚΟ
«
Απάντηση #9 στις:
Αυγούστου 11, 2010, 16:10:38 μμ »
Χιλια ευχαριστω που μοιραστηκες το ταξιδι σου μαζι μας!
Οι φωτο σου πανεμορφες
sirious7
Μηνύματα: 30
Φύλο:
OS:
Windows XP
Browser:
Firefox 3.6.8
Απ: BORNEO - ΟΔΟΙΠΟΡΙΚΟ
«
Απάντηση #10 στις:
Αυγούστου 11, 2010, 18:00:16 μμ »
Να 'σαι καλα!!! απλα σε ζηλευω!!
spamangr
Μηνύματα: 48
OS:
Windows XP
Browser:
Firefox 3.5.11
Απ: BORNEO - ΟΔΟΙΠΟΡΙΚΟ
«
Απάντηση #11 στις:
Αυγούστου 31, 2010, 19:31:01 μμ »
Σήμερα έκανα upload κάποια συντομα βίντεο στο
www.flickr.com/photos/spamangr
Θα δείτε τις Proboscis στο Kinabatang να κάνουν έρωτα, καθώς και άγριους ουρακοτάγκους από τη ζούγκλα της Σουμάτρας.
Σύντομα θα κάνω upload περισσότερα
Εκτύπωση
Αναζήτηση
Σελίδες: [
1
]
Πάνω
« προηγούμενο
επόμενο »
thai.gr
»
ΓΕΙΤΟΝΙΚΕΣ ΧΩΡΕΣ
»
ΜΑΛΑΙΣΙΑ
(Συντονιστής:
karabε
) »
BORNEO - ΟΔΟΙΠΟΡΙΚΟ
Τα cookies μας βοηθούν να σας παρέχουμε καλύτερη εμπειρία περιήγησης. Εφόσον χρησιμοποιείτε την ιστοσελίδα μας, συμφωνείτε με τη χρήση των cookies από εμάς.
OK
Μάθετε περισσότερα