Αποκαλύπτοντας τα μυστήρια σ’ ένα ονειρικό σινεμά
Η πλούσια σε έργο διαδρομή του Ταϊλανδού σκηνοθέτη Ουερασεθακούλ
Του Δημητρη Mπαμπα
Στις αρχές της χιλιετίας, στα διεθνή φεστιβάλ εμφανίσθηκε μια μικρή ομάδα σκηνοθετών με παράξενα ονόματα (Πεν-Εκ Ραταναρουάγκ, Ουισίτ Σασανατατιέγκ κ. ά.) και χώρα καταγωγής την Ταϊλάνδη. Οι εικόνες των ταινιών τους, λαμπερές και πολύχρωμες, συνιστούσαν το «exotic chic» της εποχής, δηλαδή ένα ευπρόσδεκτο διάλειμμα απέναντι στην αγγλοσαξονική και ευρωπαϊκή κυριαρχία του κινηματογραφικού τοπίου. Μέσα σ’ αυτήν τη μικρή ομάδα, ο νεαρός Απιτσατπόνγκ Ουερασεθακούλ (Apichatpong Weerasethakul) ή Τζόε (όπως προτείνει στους Δυτικούς να τον αποκαλούν) αποτελούσε μια εξαίρεση: η πρώτη ασπρόμαυρη ταινία του με τον τίτλο Το μυστηριώδες αντικείμενο του μεσημεριού (2000), μια ιστορία για ένα παραπληγικό αγόρι και τη δασκάλα του, ακροβατούσε ανάμεσα στο ντοκιμαντέρ και τη μυθοπλασία και ήταν εφαρμογή του παιχνιδιού των σουρεαλιστών cadavre exquis.
Αφιέρωμα
Σήμερα, μετά έξι ταινίες μεγάλου μήκους (όλες βραβευμένες σε διεθνή φεστιβάλ, συμπεριλαμβανομένου της Θεσσαλονίκης και των φετινών Καννών), 23 μικρού μήκους και 13 εγκαταστάσεις (installations), ο χαρακτηρισμός «μυστηριώδης» εξακολουθεί να συνοδεύει κάθε σκηνοθετική του πράξη. Αυτόν τον χαρακτηρισμό επιχειρεί να διαλύσει η αφιερωμένη στον σκηνοθέτη έκδοση του Μουσείου Κινηματογράφου της Αυστρίας με τίτλο «Apichatpong Weerasethakul».
Αν και απουσιάζουν απ’ αυτήν κείμενα Γάλλων κριτικών, οι οποίοι εγκαίρως έχουν επισημάνει τον σκηνοθέτη και την ιδιοτυπία του, η επιμελημένη από τον υπεύθυνο της Cinemateque Ontario, James Quandt, έκδοση προσεγγίζει με τη δέουσα επιμέλεια τη σύντομη αλλά πλούσια σε έργο σκηνοθετική διαδρομή. Συντίθεται από ένα εκτενές 90 σελίδων κείμενο του επιμελητή, που διατρέχει με λεπτομέρεια όλο το έργο του, κείμενα και συνεντεύξεις του σκηνοθέτη, κείμενα από τους κριτικούς Kong Rithdee, Tony Rayns και την εικαστική επιμελήτρια Karen Newman, επιστολές του σκηνοθέτη Mark Cousins και της ηθοποιού Tilda Swinton, αναλυτική φιλμογραφία με σχόλια του σκηνοθέτη και αποσπάσματα κριτικών, επιλεγμένη βιβλιογραφία. Και τέλος, σε μια σπάνια συμμετοχή σε κινηματογραφικό βιβλίο, ένα κείμενο του θεωρητικού Benedict Anderson (Φαντασιακές κοινότητες, Νεφέλη 1997) για την πρόσληψη του έργου του Ουερασεθακούλ από την τοπική κοινωνία της Ταϊλάνδης.
Κεντρικό ζήτημα που τίθεται στο βιβλίο: πώς προκαλείται η αίσθηση του ανοίκειου, του μυστηριώδους, του αινιγματικού που συνοδεύει κάθε έργο του Ουερασεθακούλ; Αφετηρία του Απιτσατπόνγκ Ουερασεθακούλ είναι το σημείο στο οποίο έχουν καταλήξει σκηνοθέτες τόσο διαφορετικοί, αλλά και τόσο όμοιοι, όπως οι David Lynch, Terrence Malick, Victor Erice, Abbas Kiarostami, Hou Hsiao-Hsien, Jean-Luc Godard. Υπό την σκέπη των επιρροών του σουρεαλισμού, αλλά και του αμερικανικού πειραματικού σινεμά, το έργο του αναπτύσσεται πέραν των οικείων χώρων για ένα Δυτικό θεατή: αδιαφορεί για μια αφήγηση δομημένη πάνω στη σχέση αιτίας - αιτιατού. Το σινεμά του Ουερασεθακούλ είναι ονειρικό, κρυπτικό, εκστατικό, παραισθητικό. Θεμέλιοι λίθοι της ποιητικής του είναι η βουδιστική θεολογία, η τοπική αφηγηματική παράδοση (θρύλοι και παραμύθια), οι ιστορικές συνθήκες, η φανταστική λογοτεχνία και ο παλιός εμπορικός κινηματογράφος της Ταϊλάνδης.
Δίπολα
Το σινεμά του Ουερασεθακούλ εμπεριέχει μια σειρά από δίπολα: ντοκιμαντέρ - μυθοπλασία, παρελθόν - παρόν, ποπ κουλτούρα - πρωτοπορία, φως - σκιά, εικόνα - ήχος, μνήμη - φαντασία, φύση - πολιτισμός, αστικός χώρος - αγροτικός, άνδρας - γυναίκα, υγεία - ασθένεια, οικείο - ανοίκειο. Αυτά τα δίπολα δεν δημιουργούν αντιθέσεις ή συγκρούσεις, αλλά οσμώσεις, διαχύσεις, διασταυρώσεις, αναμείξεις.
Με σπουδές αρχιτεκτονικής ο Ουερασεθακούλ μάλλον κατασκευάζει ιδιότυπους χώρους, παρά συνθέτει ιστορίες. Ισως γι’ αυτό ο δραματουργικός χώρος, που είναι προνομιακός για τον σκηνοθέτη, είναι η άγρια ζούγκλα της Ταϊλάνδης.
καθημερινή